???????????????????????????????

Ο Ιωάννης Δασκαλάκης είναι ποιητής. Εκθέτει τα ποιητικά του έργα στην είσοδο του Σταθμού στο Μοναστηράκι

 

Είμαι ένα ορθογραφικό λάθος που διορθώνεται.

ΨΥΧΕΔΕΛΙΚΟΣ ΣΟΥΡΕΑΛΙΣΜΟΣ –
ΑΝΤΕΡΓΚΡΑΟΥΝΤ
Εισαγωγή – μεταφορά – εικόνες – συμβολισμός
ΜΠΙΤΝΙΚ ΑΡΤ – ΡΟΜΑΝΤΙΣΜΟΣ – ΠΕΣΙΜΙΣΜΟΣ
Υπαρξιακές αναζητήσεις
Μια ζωντανή παντομίμα του δρόμου –
πειραματική …

Ονομάζομαι Ιωάννης – βρίσκομαι σ’ ένα ποιητικό ταξίδι απ’ το 1986
τοποθετώντας τους στίχους μου σε χειρόγραφα έργα –
ταυτίστηκα στη γραφή μου
πουλώντας τα βιβλία μου απ’ το 2002 για να ζήσω έξω απ’ το σύστημα
χωρίς αφεντικά – ποτέ μου δεν είχα στη ζωή μου κάτι να
μου ανήκει & ποτέ δε ζήτησα τίποτα
στα στενά των Εξαρχείων & στην πλατεία – στο Μοναστηράκι –
την Πλάκα – το Θησείο –
δεν προσπαθούσα να φανερώσω έργα τέχνης – μα να γίνω εγώ
ο ίδιος – η δύναμη της τεχνικής –
με πράξεις αλήθειας – σταμάτησα κάποτε τα μεγάλα λόγια –
ήρθα απ’ το κρύο με τζαμαϊκάνικο λεωφορείο κρατώντας ένα μικρό
τσεκούρι – έτοιμος να κόψω το μεγάλο δέντρο –
έναν υλικό κόσμο – που αυτοκαταστρέφεται
η ιδιοτροπία μου είχε φανεί από νωρίς – η αγάπη για το αλκοόλ
& τα ναρκωτικά
ήταν το 1987 ζώντας ένα ελληνικό πανκ ροκ κίνημα – με πολλή
δύναμη –
χαμένος στα ράφια μικρών βιβλιοπωλείων – σε συναυλίες στο Αν –
μεθώντας καθημερινά στα κλαμπς γύρω απ’ την πλατεία –
στο Άλλοθι – το Χωρίς Ανάσα – η Οχτάννα – το L A – πίνοντας
ρακόμελα στο Τσαφ –
σε καυστικά σχόλια απαντούσα πάντοτε με τα έργα μου –
έκαμα φίλους –
μέχρι που στις αρχές του 90 έπεσε πολλή πρέζα στην Αθήνα –
& όλοι μας αρχίσαμε να ξεθωριάζουμε ήταν η ηρεμία στην ένταση τη διαρκή – ήταν η σιγουριά ότι όλα θα πάνε καλά…
ψάχνοντας την επιστροφή μου απ’ το LSD παραμυθιάστηκα –
άρχισαν να τρώνε τις φλέβες μου νεκρά ξωτικά – είχε σβήσει
η ιδεολογία – είχε φθάσει η ωμή επιβίωση –
όλοι οι φίλοι μου αρχίσανε να πεθαίνουν γύρω μου –
χωρίς ακόμα κανένας να μας παρατηρεί –
η αντιεξουσιαστική δύναμη είχε γίνει χρησιμοποιημένα σέα –
η ειρήνη η ελευθερία η αγάπη είχαν πεταχτεί σαν λανθασμένη
έκτρωση –
κρατήθηκα ζωντανός – συνεχίζοντας ν’ αναπνέω
ποτέ δεν πίστεψα σ’ ανθρώπινους λόγους ή νόμους –
πάντοτε απόμακρος – μελέτησα – ψάχνοντας την πνευματική διαύγεια –
η μουσική ήταν στιλ ζωής –
Τις αρχές της δεκαετίας του 90 άκουγα τα πάντα από SEX PISTOLS – CLASH – RAMONES – JOY DIVISION – BAUHAUS – IGGY POP – CRAMS – SOUND – VIOLENT FAMMES – SONIC YOUTH – DEAD KENNEDYS – MOTORHEAD – METALLIKA –
με ακτιβιστικό μανιφέστο – ποτέ δεν έκρυψα τις ιδέες μου –
δεν πολεμούσα τους πολέμους – αλλά τον πόλεμο –
σήκωσα πειρατική σημαία έξω απ’ το σπίτι των προγόνων μου –
δεν κράτησα ταμπέλες – άναρχος – ένας μαλλιάς απ’ τα προάστια –
οι μορφές της Κ Γώγου – του Π Σιδηρόπουλου – του Ν Άσιμου –
είχαν σημαδέψει τα πρώτα μου ποιήματα που δακτυλογράφησα
μόνος μου – γεμάτα από ορθογραφικά λάθη – σε διαρκή αλλαγή –
επιβίωνα αλλάζοντας το χρώμα μου στον κίνδυνο όπως οι σαύρες
με συνδυασμό την ποίηση του Α Ρεμπώ – Κ Μπωντλέρ –
τη σαγήνη του Γ Σαίξπηρ – Ε Έσσε – Β Ράιχ – Γιουγκ – Χ Γκιμπράν –
& την Αμερικάνικη μπιτνικ των 50ς
Γ Κόρσο – Τ Κέρουακ – Α Γκίνσμπεργκ – Κ Καστανέντα – Τ Μπουκόφσκι –
Αγάπησα τον Α Χάξλεϋ – τον Γ Μπλαίηκ – τον Γ Μπάροουζ –
Τα καλοκαίρια ταξίδευα στα νησιά και έπαιζα μουσική σε μπιτς μπαρ
ζούσα τον έρωτα & την ελευθερία –
κρατούσα σημειώσεις για ό τι μου έκανε εντύπωση –
έσβηνα έγραφα διόρθωνα ξαναδιόρθωνα –
έχοντας ένα έμφυτο μίσος για την υποκρισία –
ποτέ δεν πίστεψα άνθρωπο που δεν είχε τιμή –

πέρασα τις πύλες της αντίληψης με λάθος τρόπο χωρίς να μπορώ
να γυρίσω στα λογικά μου έζησα το φόβο της απώλειας –
η θλίψη μου έγινε κατάθλιψη
το BLUES η REGGE – η ΣΚΑ – η JAZZ – το ROCK –
με ταξίδευε στις διαδρομές της ζωής μου –
κατηγορήθηκα από ανθρώπους που ποτέ δεν έβλαψα – με κρίνανε
άδικα άνθρωποι που ποτέ δεν διάβασαν την ποίησή μου –
η κοπέλα που αγάπησα πιότερο έγινε μούσα άλλου –
ήταν γιατί ήμουν ναρκομανής – επειδή είχα ψυχολογικά
προβλήματα

ρασταφάρι για πολύ καιρό απ’ το φαράγγι του Κουρταλιώτη
στο Πρέβελι της Κρήτης – εκεί στο ποτάμι – με τους ερημίτες – &
την άσκηση – στις λεωφόρους των ευρωπαϊκών πόλεων – με τη μηχανή μου
ένα CB 750 CC –
αλλά και με χιτς χάικ γνώρισα πόλεις όπως τη Βαρκελώνη –
το Μόναχο – τη Λιλ – το Άμστερνταμ – το Μιλάνο – τη Βενετία –
στις Άλπεις της Βαυαρίας – και στις πεδιάδες της Ανδαλουσίας –
στην Μπόνενσιη – το Κέμπτεν – το Κωνστάντζ –
ζούσα μποέμ με άλλους τράβελερς στο ατέλειωτο πάρτυ –
ζογκλέρς – μίμους – ρέινμποους – χίππυς – μπίτνικς – πανκς –
φρικιά –
κάναμε σόου στους δρόμους με φωτιά – με κορίνες αλυσίδες –
παίζαμε ζωντανό θέατρο – κάναμε παντομίμα –
πουλούσαμε χειροποίητα κοσμήματα – σκαλίζαμε πηλό ξύλο –
είχα τα μπόγκος μου – τον ήλιο μπροστά & όλους τους ανέμους πίσω μου –
μέχρι να βρεθώ ξανά μόνος – στο μικρό ακατάστατο δωματιάκι μου –
& να τρέξω έξω για μια ακόμη όαση –
ο παροξυσμός κάποτε τελείωσε –

Αθήνα 1 Φεβ. 2013

ΕΛΛΑΝΟΔΙΚΕΣ

Στα μάτια σου ο φθόνος εκπνέει
φυλακισμένος τρομολάτρης
εκδικητής ηχηρής διανόησης
σ’ αντάρτικο
της άνθησης πεζικάριος ορμή της οσμής
ντυμένος ακόμα την πρόωρη αλήθεια
ένας συναγερμός
η πρώτη νύχτα τ’ Απρίλη
δίψα για αγάπη εγκολπώθηκα
γιορτάζοντας τον έρωτά μου με μια αγκαλιά ερωτική
μόνος ακόμα σε πύρινα σεντόνια
οπλίστηκα τον πανικό μου
με παγίδες βάρβαρες
ασύμμετρες
χημικά εξορία απωθήθηκα
ανάδοχος του πειρασμού πειρατική αγωνία
να πιω τα δάκρυα του Χειμώνα
κρασί γλυκόπικρο
πέτρινο κλήρο τραβώ
σε καρδιακή λήθη
σας εξορίζω
να μη γνωρίσετε τον ουρανό
έμποροι του ψεύδους
σκορπιοί
αρχίζοντας ένα καινούργιο όραμα
…………………………………………..

αναζήτησα την άβυσσο ψάχνοντας το μακαριστό στέφανο
με πλεονέκτημα το δάκρυ μου
τι θλιβερό η Άνοιξη να φιληθεί ανάμεσα στα μάτια…
στον κόσμο της φωτιάς
ξέρασε τη φανατική σου ανυπαρξία
σε φατρίες
απομονώσου
έχεις ένα χρέος στην άλλη πλευρά
όλη την ατσάλινη κυριαρχικότητα
όταν ερημίτες στήνουν σταυρούς
έξω από σπηλιές
στη θυσία τους
σε φτερά αετού γεννημένος
σε ορφικές μελωδίες
& είμαι πάλι μαζί σου
κοίτα
εκπροσωπώ το άπειρο
όλο το άγνωστο που με γυροφέρνει
σε όλα τ’ ανέραστα νιάτα
μιλημένος με τις φιγούρες του παραμυθιού
όταν το έργο ολοκληρώνεται
& οι θεατές ξεχνούν να χειροκροτήσουν
θρηνούμε
όταν ακόμα Οιδίποδες τα μάτια τους εστιάσαν
στης ερημιάς το πουθενά
……………………………
Πόσο εύκολα ξεστρατίζει του πηγαιμού της η ώρα
πώς χάνεται το δήθεν
σαν ελπίδα που σάλπαρε γι’ αλλού
δεν σ’ ορίζει η αρχοντιά
δεν σ’ αρπάζει το χάδι
θεραπευμένος τις ανώμαλες συνήθειες
να μη διστάσω να ντυθώ τη μελαγχολία
αμειβόμενο χάος
αιμοπαγίδα
ανεμικές αιρέσεις τ’ αρνητικού
μια τύχη κλειδωμένη στη μέση μιας τρέλας ανήμπορης
πνευματική θύελλα οι ανταύγειες της νύχτας
ανάσα τάφου
σε πρηνή ταπείνωση
για να ανάψουνε τ’ απόστημα της σελήνης
σε αγνά δάκρυα σε στηρίζω
είμαι το σ’ αγαπώ στα χείλη σου
όταν ο όρκος του μπάτσου πιο φθηνός στέκει από το σάλιο της πόρνης
είπε
ολισθαίνω σε αναρχικές πλατείες
με ζωή μισή
σερβίροντας τον πόνο με σέα του ενός
ναρκομανής χωρίς αγάπη
με σώμα σακάτη
μεθυσμένη πολιτεία μοιάζει η σιωπή τώρα
μια πλανεμένη μέρα
λαχτάρες ψαρεμένες στον άνεμο
κόκκινο λιμάνι κρασί
λούζει την ανυπαρξία μας
κουρνιάζω λοιπόν κοροϊδεύοντας τους δαίμονες
με πλατυποδία στα χείλη
& τώρα καταπίνοντας αρώματα ανατολής
αποδέχομαι την ευδαίμονα μοίρα μου χαρίζοντας στ’ όνομά της
τραγούδια
όταν το χαμόγελο είναι δώρο
χάρισέ μου ένα
αμέσως θα κλείσω τα μάτια στο ρυθμό ενός θλιμμένου μπλουζ
θα φορέσω τα καλά μου για μια βόλτα στην ερημιά
εκεί όπου συναντιέμαι με το θεό μου
εκεί όπου η θλίψη ζητιανεύει μια αγάπη μεγάλη-

Αναρχικός
Ποιος πιστεύει πια στα παραμύθια εκτός απ’ τους ρομαντικούς
και τα παιδιά;
Ποιος είναι πλούσιος αρκετά για να τα βάλει με μια χρεοκοπία
ανοίγεις το στόμα σου μα μόνο άναρθρους ήχους ακούω
Έμαθες παπαγαλία κάποια λόγια πραγματικών ιδεολόγων
έμαθες να μιλάς στην πιάτσα, μα δεν σε κατηγορώ γι’ αυτό
εκεί έμαθα & εγώ
Έκαμες ομάδα όπως παλιότερα οι φασίστες και χτυπάτε όλοι μαζί
Τοξικομανείς στην πλατεία Εξαρχείων
Τ’ αρρωστιάρικα που καθημερινά γκρεμίζονται στο βάραθρο του Καιάδα
για μια ψιλή
Κάνεις αυτά που δεν ήθελες να σου κάμουν ποτέ
μα όχι ότι είμαι καλύτερος από σένα μα έχω φυλάξει τη βίβλο
κάτω απ’ το μαξιλάρι μου
& στο ξαναλέω
δεν περηφανεύομαι
μα έχω διαβάσει Όμηρο και Σαίξπηρ και Έσσε
μα & σένα σε είδα τότε τις τουαλέτες, εκεί στους κατουρημένους τοίχους
να διαβάζεις συνθήματα άλλων
& νομίζεις ότι μπορείς να κρίνεις έναν ποιητή
& στο ξαναλέω
δεν είναι ανωτερότητα
αλλά μελέτησα & Ρεμπώ Γκιμπράν Κέρουακ Νϊτσε Μπωντλέρ
μα & Φρόιντ & Γιούνγκ & Ράιχ
& μπορώ να διαβάσω αρχαία και καθαρεύουσα όχι γιατί είμαι έξυπνος
αλλά γιατί μου αρέσουν
Πώς να πιστέψω σε κάτι που εσύ ονομάζεις ιδεολογία & ιδεώδη
Όταν το πιστεύεις εσύ
Είσαι λες, αναρχικός
& όποιος αγαπάει την πατρίδα του ή το θεό του ή την οικογένειά του
για σένα είναι φασίστας
έχω γνωρίσει πολλούς σαν & σένα
μα έχω γνωρίσει και αναρχικούς
που δεν ήταν σαν εσένα
Δεν το παίζαν εραστές, ούτε μάγκιζαν για τα τατουάζ τους
ούτε καμαρώνανε γιατί η καρδιά τους πονούσε
σαν & τη δικιά μου
Φόραγαν κουκούλες όχι για να κρύψουν τα πρόσωπά τους μα
γιατί αυτό συμβόλιζε τον αγώνα τους
δεν σπάγαν ταμεία, ούτε κλέβανε τις βιτρίνες του κοσμάκη
πολεμούσαν για ένα διαφορετικό τρόπο ζωής & γι’ αυτό
τους σέβομαι
χωρίς ανούσιες απολαβές διαβάζανε τα άχαρα χρόνια
που δημιούργησε γι’ αυτούς η πουλημένη πολιτική
Εγώ
Δεν είμαι αναρχικός
όχι γιατί δεν μπορώ να δηλωθώ
αλλά γιατί είμαι άναρχος όπως η ζωή μου
ακόμα & η ποίησή μου
λίγοι καταλαβαίνουν τον ειρμό μου
χωρίς μέτρο
& ξέρεις δεν ποθώ τη διασημότητα
μονάχα καταξίωση
στην αρχή πουλούσα την ποίησή μου για να ζήσω
τώρα την πουλώ για να υπάρχω
να γίνω φίλος μαζί σας, να γνωριστούμε
να μη φύγω ρε φίλε μ’ ένα σέο καρφωμένο στη φλέβα μου
& στο ξαναλέω
μετά από δεκάδες ναρκωτικά που δοκίμασα κάποτε
για να περάσω, λέει, τις πύλες της αντίληψης
μ’ έφεραν σ’ αυτή εδώ τη σελίδα
ένα έχω να σου πω
η αληθινή ψυχεδέλεια που γι’ αυτήν μιλάς συνέχεια
είναι το καθαρό μυαλό
χαίρετε

…………………………….
Ένας κόσμος εκστάσιος τη σαγίτα του Φιλοκτήτη
δεν ξαναγύρισε στα λογικά του
σαν θολερή έγερση
απαγορευμένη σιωπή
το μίσος
θα το βρεις στα μάτια τους Τζέλλα
θα το βρεις στα μάτια τους μάτια μου
σε φιδοφωλιές
να συντρίψω τα ύπουλα σάλτα πρέπει τώρα
σε εξαγνισμούς τελετές
σπάζοντας όλους τους καθρέφτες της διαφθοράς
να επικαλεστώ το νέο όραμα
απ’ ανθρώπους που θέλουνε τον κόσμο αυτό ν’ αλλάξουν
Για το Σιάτλ
Ακτιβιστής ρε
Όχι πρεζάκι αναρχικός
Στην επανάσταση λέμε ναι στη βία ποτέ
είναι ψέμα πως πιστεύοντας στο Χριστό
θα ξεχνούσα ονόματα όπως Καλτεζάς Μαρίνος Πρέκας
Αυτοί
δεν βαρούσαν με ρόπαλα αρρωστάκια της πλατείας
ένα αστρικό κουκλοθέατρο
ο ποιητής θα πει την Αλήθεια
ο θεός θα Κρίνει
σε μέρα Αλκυόνα
οι τυφλές εγκαρτερήσεις μας
όπως οι χαρταετοί τα χρώματά τους διαλύθηκαν στον αγέρα
ένας αιώνιος κήπος στης υποκρισίας την ευωδία
λαγνεία ποιητική τ’ ουρανού τα πουλιά
που ανάποδα πετούν στις φωλιές τους

& εσύ
κόρη της αυγινής
στο καλοκαίρι μου δάκρυ σε κυλώ
θείο πόθο με κέρασες
ύφος ακλόνητο η καρδιά σου μικρούλα μου
α ρε πιτσιρίκο
ακόμα να κατέβεις στην εύνοια μου
στην αγκαλιά μου να σε σφίξω γερά
μη μου χαθείς ξανά
γαμώτο
πόσους δρόμους έχω ακόμα να περπατήσω;
όταν στη μέθη χάνομαι για να ξεχνώ
ξεχνώ
αφήνοντας τα λάθη στην κόλλα μου
να λες όχι & μάθε να μην κλαις
στον ιδρώτα της ταπεινοφροσύνης
ερωδιός
σε νεύρα πιασμένα δαχτυλίδια
παραδέρνοντας σε κοσμική έφεση
μακάρια ύφεση
ψάχνοντας για άλλη μούσα θυμάμαι πανάγιες νύχτες αγάπης
λόγια που ποτέ δεν σου ψιθύρισα
το μοναχικό χαμόγελο το έκαμα τέχνη
την περπατησιά του Αλήτη
του πολεμιστή
του Άναρχου γιορτάζοντας την πίστη στη γέμιση του γερασμένου φεγγαριού
βασιλιάς της πληθώρας
ανάπνευσε τις οπτασίες
σαν ηλιαχτίδα του υποθετικού
νεκρική
αφηρημένη τριλογία
ο εκλεκτός της πίκρας
στη γλυκιά στράτα οδοιπόρος
επισύρω την υπερβατική στάση στο ταξίδι
…………………………………
αρνούμενος την καχυποψία τους
ο δρόμος της ντροπής καταλήγει στην εξάρτηση
σχεδιάζοντας δρόμους διαφυγής στο σκότος της πλάνης
η μοίρα έγινε της μοίρας ακροβυστία
στην ψυχή του ερημίτη
στην παραλία του Τράχουλα
η μοναξιά
λουλούδι αμάραντο
σε μινωικό θυσιαστήριο
σταυροί χαμένοι στην αποπληξία τους
& μένει ο φόβος τη νυχτιά
ο φόβος που ξηλώνει χρονιές δίσεκτες
χρονιές στην ετυμηγορία τους
θλίψη για τους ξεχασμένους
………………………..
μοναχικός σαν αυτό το ποίημα
ο χρόνος τώρα δανεικός
Ερινύα του προκαταβολικού
σε γούστα πρόστυχα με τράβηξε
ανατέλλοντας έναν ήλιο στο μυαλό μου μέσα
συνθλίβω είδωλα ιδρωμένα
αναπαράγω γκρεμισμένη σιωπή
όπου ο οργασμός εκφράζεται σε σπέρμα φασκιωμένο
θυμίζοντάς μου ότι θα μ’ εκδικηθούν οι άγγελοι
παιδιά που ζήσαμε το σπαραγμό της μάνας μας
δυσοίωνη πρόποση υγρασίας
μια τερατογένεση
η τελική ώρα
απόγιομος
γίνομαι χορός θεατρικός
αρχέγονος μύστης ικέτης των ενάρετων
η λύπη
η ευαισθησία
λοιπόν;

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s