Τέσσερα διηγήματα του Δημήτρη Φύσσα

Standard

Τέσσερα διηγήματα από το ανέκδοτο βιβλίο «Αυτά και οι μετακομίσεις»

*****

***

*

1.   ΙΔΕΑ ΓΙΑ ΔΙΗΓΗΜΑ

Όπου αγόμαστε πέρα από την προφανή παρατήρηση ότι και τα ζώα «φτιάχνονται».

  Στα τρία  παιδιά μου, που το είδανε να γράφεται

Ο Θοδωρής είναι μαραγκός, φίλος μου. Έχει ένα γάτο, τον Ανώνυμο. Κάθε φορά που ο Θοδωρής τελειώνει ένα έπιπλο και πιάνει να το λουστράρει, ο Ανώνυμος πλησιάζει, μυρίζει κάμποση ώρα τις αναθυμιάσεις και μαστουρώνει. Μετά την πέφτει σε μια ορισμένη γωνιά του εργαστηρίου, γωνιά δική του, καπαρωμένη. Γάτος μαστούρης, εθισμένος κανονικά. Περίπτωση. Η ιδέα ήταν δική μου: ο Θοδωρής φόρεσε τη μάσκα, πήρε το άδειο πιστολέτο κι έκανε, δήθεν, ότι λουστράρει. Ο Ανώνυμος ήρθε κοντά, ο μάστορας μιμούνταν τις κινήσεις που έκανε πάντα όταν λουστράριζε αλλά δε λουστράριζε, άρα ο γάτος μύριζε αέρα κοπανιστό. Μόλις πέρασε ο συνήθης χρόνος, ο γάτος, πιστεύοντας προφανώς ότι είχε πλέον επαρκώς φτιαχτεί, την έκανε για  τη γωνιά του. Αυθυποβολή των αιλουροειδών, υπάρχει και παραϋπάρχει. Ο Θοδωρής και γω βγαίνουμε πίσω στην αυλή, σκασμένοι στα γέλια. Γέλια μέχρι δακρύων, «Βρε το μαλάκα τον Ανώνυμο!» και τα σχετικά. Με τα πολλά, ο γάτος καταλαβαίνει ότι δεν είναι φτιαγμένος, ότι δε γίνεται τίποτα. Σηκώνεται, εμφανίζεται στην πίσω πόρτα και μας κοιτάει επίμονα και περίεργα. Μοιάζει λυπημένος. Τι σκέφτεται, ποιος το ξέρει. Λίγο λίγο, παύουμε να γελάμε, λυπόμαστε και μεις. Μετά απ΄ αυτό, ο Ανώνυμος χάνεται, εξαφανίζεται. Ανησυχούμε. Νιώθουμε, και τύψεις. Γυρίζει μετά από ένα μήνα και είναι ο μισός, αγνώριστος. Δεν τον ξανακοροϊδεύουμε, ούτε του ξανακάνουμε ποτέ τίποτα.  Έκτοτε περνάει όλο και περισσότερο καιρό μαστούρης. Γάτος μαστούρης και γέρος, μα αξιοπρεπής.     

*****

***

*

 2. ΑΠΕΙΚΑΣΜΑΤΑ

Όπου παιδιές παιδιών.

                                    Στους συμμαθητές από το 101ο και το 18ο /22ο Άνω Πατησίων  

Α.Κοπερτί (τροχαϊκό στη αρχή)

Μπουφ. Κοπερτί το κοπερτί, τάπιτάπιρούφι, κοπερτί το κοπερτίτάπιτάπιγκρί.

Θάα πάω εκεί, στη Νότια Αμερική, να δω τον Ερμή να παίζει μου -σι-κή.

Όλα τα κοιτώ, σαν παιδί κουτό, την Α -κρόπο- λη και- το Λυκα- βη – ττό.

Βγαί-νω-και -τα φυ-λάς ε-σύ.

***

Β. Ο βοηθός (τροχαϊκό)

Μπουφ. Με του βοηθού το χέρι και του δράκου το μαχαίρι μια γαϊδούρα υποφέρει από πυρετό. Κεε-ρδίι-ζεις – χάα-άα-νεις.

 ***

Γ. Κρυφτό

…Ενενήντα, ενενήντα πέντε, εκατό.

Φτου και βγαίνω -δεν έκλεψα καθόλου – όποιος είναι πίσω μου και πλάγια χάνει – δε θα λέτε «πορτοκάλι – λεμόνι» -δεν πάει το φτύσιμο από μακριά –  μόνο ο τελευταίος ξελευτερία.

[από το «Φτου» και μετά, απνευστί]

***

Δ. Πόδια στις «Τρεις ελιές»

«Κίσκο, να χωριστούμε»

«Να βάλουμε πόδια»

«Πάνε μισαδάκια;»

«Ναι. Μυτάκια;»

«Ναι»

«Πάμε. Ένα ένα»

«Σε πάτησα. Παίρνω το Μενίδη»

«Εγώ τον Τρίγκα»

«Εγώ το Ραντάρ.»

«Εγώ το Σουέπς. Έλα από δω, Σουέπς»

«Τον Μπετόβεν»

«Το Φθακ»

«Εμένα πάρε, εμένα πάρε, ρε Ιάσονα!»

«Σταμάτα. Τον Τούρκο»

«Παίρνω το Βούζα»

«Το Χοντρό»

«Το Ναυάγιο. Σε δείχνω ρε μαλάκα, κουνήσου»

«Εμένα, εμένα!»

«Σκάσε Τρόντζο. Τον Μπιούλετ. Από δω, Μπιούλετ»

«Το Σβίε, που ΄ναι και δική του η μπάλα»

«Τον Ντελούριο»

«Το Μόγγολο»

«Τέλος. Περισσεύεις Τρόντζο. Περίμενε να κουραστεί κανείς»

«Τι θα κάνω τόσην ώρα-»

«Ρε παιδιά, πάρτε σεις τονΤρόντζο. Και στ΄ άλλο ημίχρονο με μας»

«Οκέι, πάμε στα πέντε;»

«Λίγα είναι. Στα δέκα»

«Θα νυχτώσουμε. Στα εφτά»

«Που ακούστηκε ημίχρονο στα εφτά; Στα οχτώ ή στα έξι»

«Στα οχτώ. Και στα τρία κόρνερ, πέναλτι»

«Και τ΄αράουτ με τα πόδια»

«Τ΄ αράουτ όπως θέλει ο καθένας»

«Και δυο γκολ διαφορά για το τέλος»

«Έγινε. Πορτοκαλάδες;»

«Πορτοκαλάδες. Φύγαμε»

«Κάτσε πρώτα να μετρήσουμε τα τέρματα»

«Βούζα, εσύ που ΄σαι δίκαιος, μέτρα τα και τα δυο, από πέτρα σε πέτρα»

«Ίδια βήματα, Βούζα»

«Άντε, σκάει η μπάλα, νυχτώσαμε»

***

Ε. Χαρτάκια της «Μέλο»

«Στον τοίχο ή πλακωτό;»

«Στον τοίχο»

«Σώνει – Υπολείπων – Όλους»

«Υπολείπων – Όλους»

«Όλους»

«Ρίξε, Μαρίνο»

«Ρίχνω γω τώρα»

«Ρίξε Μακρή»

«Εγώ ρίχνω- Έκανα τζαν, φτού κι απ΄ την αρχή»

«Σώνει – Υπολείπων – Όλους»

«Υπολείπων – Όλους»

«Όλους»

«Του Μακρή είναι πιο κοντά»

«Όχι, του Χανιωτάκη»

«Είναι ίδια. Να ξαναρίξουμε οι δυο μας για την πρωτιά»

«Σώνει»

«Εντάξει ρίχνω»

«Τώρα είμαι σίγουρα πρώτος»

«Σίγουρα Μακρή»

«Που ΄ν΄ ο Μαρκόπουλος;»

«Πάει να φτύσει»

«Μη λες μαλακίες. Φέρτε τα χαρτάκια σας. Βάλτε και κάνα σπάνιο. Κατσούλη, βάλ΄ την Άνω Βόλτα, την έχεις διπλή»

«Σιγά μη βάλω την Άνω Βόλτα, ρε μαλάκα.  Πάρ΄ την Αγγλία ν΄ ανεμίσεις»

«Ένα, δύο τρία, τέσσερα. Καλή μπάζα»

«Ελα, ρίξε τ΄ άλλα δυο»

«Ντρίτσο, σου δίνω αυτά τα τέσσερα που κέρδισα, για να μου δώσεις  την Άνω Βόλτα»

«Καλογερά,  ένα σου ΄μεινε, ανέμισ΄ το»

«Βάλε και το Μεξικό και σ’ τη δίνω την Άνω Βόλτα»

«Δε σφάξανε»

«Πού ΄ν΄ ο  Μαρκόπουλος;»

«Πάει να φτύσει»

«Μόνος σου το σκέφτηκες αυτό ρε μαλάκα ή σ΄ το ΄πανε;»

«Δε γαμιέσαι, ρε μαλάκα»

«Δε μπορώ μόνος μου, πάμε μαζί;»

«Δεν πάει να φτύσει, πάει στη ΣΒΙΕ»

«Σκάστε ρε μαλάκες να παίξουμε»

«Παράτα τα, βάρεσε το κουδούνι η κυρα-Ρήνη».

 ***

ΣΤ. Καπιτόλι

Χώμα. Παιχνίδι με γκαζές / μπίλιες / βόλους (αλλά όχι ανακατωμένα, όλοι το ίδιο). Νοητό τετράγωνο που σχηματίζεται από τέσσερις τρύπες, με  απόσταση γύρω στο μέτρο μεταξύ τους. Πέμπτη τρύπα, στο σημείο τομής των διαγωνίων, τουτέστιν στο κέντρο του τετραγώνου. Σκοπός του παιχνιδιού: να καταληφθούν με τη σειρά και οι πέντε τρύπες από την μπίλια του ίδιου παίχτη. Διεξαγωγή: οι παίχτες ρίχνουν τις μπίλιες τους προς το πεντάτρυπο καπιτόλι. Όποιος πάει πιο κοντά στην κεντρική τρύπα παίζει  πρώτος, όποιος  πάει δεύτερος παίζει δεύτερος κλπ. Κάθε παίχτης προσπαθεί να ρίξει τη μπίλια του σε μια τρύπα. Μόλις το καταφέρει, η τρύπα είναι δική του. Βάζοντας πέντε δάχτυλα στο χώμα μπροστά από την τρύπα, στρέφεται προς όποια άλλη τρύπα θέλει ή προς εχθρική μπίλια. Αν ρίξει τη μπίλια του σε τρύπα ή πετύχει να διώξει μακριά μια κοντινή προς την τρύπα του, μπίλια κάποιου αντιπάλου(άρα επίφοβη) ξαναπαίζει. Αν αποτύχει σε οποιοδήποτε από τα δύο έχει επιλέξει, παίζει ο επόμενος, που έχει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα. Κάθε παίχτης που η μπίλια του διώχτηκε μακρικά, έχει δικαίωμα να μαζέψει τη μπίλια του και να ξεκινήσει να παίζει από την τρύπα του, αν κατέχει κάποια. Αν κατέχει περισσότερες από μία, από όποια επιλέξει. Η κεντρική τρύπα επειδή απέχει εξίσου από όλες τις άλλες, έχει τη μεγαλύτερη αξία  ως στρατηγική βάση. Επίσης, δίνει το δικαίωμα ολόκληρης σπιθαμής μπροστά της, προκειμένου να ρίξει την μπίλια του ο κάτοχός της. Κατά τη διεξαγωγή, στην πράξη διάφοροι παίχτες κατέχουν διάφορες τρύπες και οι τρύπες αλλάζουν πολλές φορές χέρια.

***

*****

***

3.  ΗΜΙΤΕΛΕΣ ΤΑΞΕΙΔΙΟΝ

Όπου η κακή τύχη μουσουλμάνου φίλου.

 Στα παιδιά από τα Π.Φ. της πρώην 129 Π.Υ.

 Ο φίλος μου ο Μουσταφά  Εκκρέμ Τερλικτσίογλου, Τούρκος την καταγωγήν, πλην εκ νομού Ροδόπης πολίτης Έλλην, εκτήσατο ποτέ εν τοτέμ, ξυλανάγλυφον δηλονότι, πολύμορφον και ξοανοειδή επιμήκη θρησκευτικήν – λατρευτικήν στήλην των γηγενών Αμερικανών «Ινδιάνων». Η κτήσιςσυνετελέσθη εν μέσω μυθιστορηματικών συνθηκών, ας μηδέποτε ο περί ου απεκάλυψε («Δε μπορώ να σε πω πού το βρήκα, δε μπορώ»). Το μόνο βέβαιον είνε ότι εις την διμοιρίαν εκπαιδεύσεως όπως εξέλθωμεν άξιοι σμηνίται (εν Τριπόλει), αλλά και εν μονάδι τινι της Θεσσαλίας, όπου τυχαίως συνυπηρετήσαμεν και κυρίως φιλικώς συνεδέθημεν, ο ως άνω Εκκρέμ και φωτογραφίαν τού ξυλαναγλύφου επεδείκυεν εμοί, και τοτέμ – «μπρελόκ», εκ του οποίου εξηρτώντο αι ευάριθμοι ωστόσο κλείδες του, εκράτει.

Απολυθέντων βεβαίως και των δύω, έτη και έτη    α π ό   τ ο ν   κ α ι ρ ό  τ η ς   Α ε ρ ο π ο ρ ί α ς,  κατηυθυνόμην προς Βουργαριάν.  Διήλθον ουν εξ Ωραιοχωρίου  Ροδόπης,  κώμης αναμείκτου θρησκεύματος,  (το πρώην Δ ε δ έ κ ι ο ϊ   ή     Σ κ α τ ό ρ ε μ α), και γενεθλίου του Εκκρέμ  τόπου, όπως χαιρετήσω επ΄ ολίγον τον αρχαίον Τούρκο φίλον.

Πλην με όσα είδον η θλίψις με κατέλαβεν, ενσκήψασα εν ακαρεί, και  δ ε ν  μ ο υ  έ κ αν ε   κ α ρ δ ι ά  ούτε προς Βουργαριάν να συνεχίσω προς περάτωσιν του κυρίως ταξειδίου. Διότι αναζητήσας μεν τον Εκκρέμ, ευρέθην τελικώς ενώπιον παραδόξου τινος τάφου, αποσυναχθέντος και εκβληθέντος, ούτως ειπείν, εις τας εσχατιάς του μουσουλμανικού νεκροταφείου και σχεδόν έξωθεν αυτού, άνευ υπομνηματικού, θρησκευτικού ή έστω προσωπικού τινος σημείου–σ κ έ τ ο  χ ώ μ α.  Ενταύθα ογκούμενος εσμός ιθαγενών, Ελλήνων και Τούρκων, με εβεβαίωσαν μεν ότι είχε ταφεί ο φίλος μου, επεφύλαξον δε συγχρόνως λοξά βλέμματα απορίας, κακοβούλου επαρχιωτισμού και ποιας τινος εχθρότητος (με εθεώρησαν ίσως ομόθρησκον / ομοϊδεάτην;) πάντα ταύτα ταχέως κλιμακούμενα και τυπικώς  μόνον κρυπτόμενα, εμού τελικώς απωθηθέντος, σχεδόν ειπείν, εκ του κοιμητηρίου.

Επιστρέψας όθεν εκών άκων εις τον συνοικισμόν και ευρών την φιλικήν του Τερλικτσίογλου οικίαν, εις τον αύλιον χώρον της οποίας, ως  κάλλιστα εγνώριζα εκ τε διηγήσεων και φωτογραφιών, έκειτο το τοτέμ,  φ υ τ ε μ έ ν ο  εις την γην, ήχθην υπό της χήρας και εξωτερικώς παιδολιπούς μητρός όπου έδει. Αλλ΄ εδώ δεν υπήρχε ή  σωρός αποκαϊδίων, περιεφραγμένος  εν είδει    τ α μ π ο ύ   δια συρματίνου τινος φράκτου,  υψωθέντος από ενός περίπου έτους, ότε είχε λάβει χώραν, συμφώνως τη αυτής διηγήσει, ο τε του ξυλαναγλύφου εμπρησμός και ο φόνος του φίλου μου.

«Το  τ ο τ έ μ  παιδάκι μου τι να το κάνουμε; Τζαμιά μόνο δωπέρα έχουμε. Και πιο κάτου εκκλησιές έχει. Αλλάχ και Χριστό μόνο. Μουσουλμάνος, μανιτού να θέλει, πού ακούστηκε;» κατέληξεν η γηραιά Μουσουλμανίς  εις αδοκήτως καλήν λαϊκήν ελληνικήν (του ρήματος, κατά το τουρκικόν ύφος, πάντοτε επιγιγνομένου), δικαιολογούσα δυστυχώς την αποτρόπαιον των χωρικών πράξιν, ουδέν ενδιαφέρον εξιχνιάσεως ουδενί ενεγκούσαν άλλωστε.

Δεν είχον φεισθεί, οι άτιμοι, ούτε καν του σπουδαίου  σ α ζ  ί ο υ,   εν  ω διέπρεπεν  ο ανιμιστής εκείνος.

***

*****

***

4. ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ / ΚΗΔΕΙΕΣ

Όπου ο συγγραφέας δε χρειάζεται να γράψει τίποτα

Τον πολυαγαπημένο μας φίλο

ΛΑΜΠΡΟ Ζ. ΒΟΓΓΟΛΟ 

 

Θ΄αποχαιρετήσουμε με πολιτική κηδεία στο Δεύτερο

Νεκροταφείο της Αθήνας την Πέμπτη 9 Απριλίου 2015

στις 11 π.μ.

Οι φίλες του.

FYSSAS 1

     

Ένα σχόλιο »

Αφήστε απάντηση στον/στην selana019 Ακύρωση απάντησης