Θερινές γιορτές

Standard

του Απόστολου Θηβαίου

Festival-crowd1                       

Στην αρχή το συμβούλιο της κοινότητας απεφάνθη πως ίσως στην αίθουσα ανακηρύξεων να υπήρχε ο κατάλληλος χώρος, πάει να πει επαρκής άνεση για μερικές καρέκλες και η θέση του ομιλητή με τις προβολές πίσω που σφάζουν το πρόσωπό του ίσα στα μάτια. Έπειτα κάποιος ανασηκώθηκε ανήσυχος από τη θέση του, φώναξε κάτι για τον παλιό κινηματογράφο, η ιδέα φάνηκε εξαίσια στους συμβούλους. Άλλωστε το καλοκαίρι μαίνεται και μια τέτοια, χωροταξική επιλογή θα εξασφάλιζε ώστε να μην απομείνουν ανεκμετάλλευτα τα ζωηρά άστρα του Ιούλη, οι καθαροί ουρανοί, τα γοητευτικά στίγματα και οι ωροσκόποι που χαράζουν τις αυγές. Πρότειναν να επανδρωθεί ο χώρος με ανθοστήλες στο μέγεθος ενός νεαρού αγοριού, μέσα εκεί υπάρχει αφθονία από ήλιους και φυτά αναρρηχητικά, ίσως μια πέργκολα, μια ξύλινη κατασκευή πνιγμένη στο μωβ, νεκρό χρώμα. Όμως έτσι δεν θα φανεί ο ζεστός, βραδινός ουρανός και είναι γεγονός πως οι κυρίες τουλάχιστον θα βρουν συναρπαστική, σχεδόν εφηβική τη συμπαντική αυτή προβολή.

Ο ιδιοκτήτης απεβίωσε πριν από δυο χειμώνες. Ήταν ένας μοναχικός άνθρωπος, μες στο σπίτι του βρήκαν φιλμ, αρνητικά, μπομπίνες από αμερικάνικα γουέστερν και ταινίες ερωτικού περιεχομένου με αστυνόμους, φιλήδονα κορίτσια και αστικά σπίτια του όψιμου Λονδίνου. Οι πρωταγωνίστριες θα ήταν τώρα νεκρές, στάχτη τότε και τώρα λοιπόν μες στα στόματα των φιλότιμων κυριών. Βρήκαν ακόμη μια σπουδαία βιβλιοθήκη και πρότειναν να σταθεί η αφετηρία για ένα από εκείνα τα δανειστικά πρότυπα των Αθηνών. Οι ειδικοί εκτίμησαν τα συγγράμματα και κατέληξαν πως πρόκειται για εξειδικευμένες εργασίες, γύρω από τον ιταλικό νεορεαλισμό, τον Παζολίνι, μια τοπογραφική αναπαράσταση από αέρος των ρωμαϊκών προαστίων. Κανείς δεν πρόκειται να ενδιαφερθεί για τέτοιες λεπτομέρειες και άλλωστε η ερωτική ζωή του Ιταλού σκηνοθέτη θα επέβαλε εξηγήσεις πάνω σε ζητήματα ηθικής. 

Τον έθαψαν γρήγορα, δίχως σπουδαίες τελετές και με έναν τρόπο άκομψο, μεταβίβασαν την ιδιοκτησία του στη δημοτική αρχή, ώστε να είναι απλή και δίχως περιπλοκές η χρήση του χώρου για τη θερινή τελετή. Η μεγάλη οθόνη, αν και γκρεμισμένη στα πλαίνά της τειχία, εντούτοις διατηρούσε ακέραια την κινηματογραφική της σήμανση και ίσως αν κανείς πρόσεχε να μπορούσε να διακρίνει την Τζιν Χάρλοου και τα πράσινα μάτια της θείας Μέριλυν που ερεθίζονται εμπρός στους ξένους στρατιώτες της λαίκής δημοκρατίας. Στάθηκαν και κοίταξαν με δέος την τσιμεντένια κατασκευή. Τους θύμισε τείχος, κάποιος ανέφερε περιπαιχτικά το Βερολίνο και έπειτα οι άλλοι τον κοίταξαν με τα παγωμένα πρόσωπα, δίχως να εκτιμούν το σχόλιο και τις προεκτάσεις του, γιατί είναι νωπές ακόμα οι δύσκολες νύχτες και κανείς, μα κανείς δεν μπορεί να ειρωνεύεται τους νεκρούς, τις προδοσίες, τις ερωτικές πολιτικές εκτελέσεις και τα αυτοσχέδια άσυλλα στις πιο απομακρυσμένες περιοχές. Λησμόνησαν γρήγορα το αστείο και κρέμασαν με σύρματα τα πολύχρωμα, τριγωνικά σημαιάκια, πρώτα παράλληλα στην έκταση του χώρου και έπειτα πιο περίπλοκα, με χιαστές διαγραμμίσεις, εκείνα ανέμισαν για λίγο και έπειτα σκοτώθηκαν, κρατώντα στα δόντια τα χρώματά τους. Νωρίς τη νύχτα βρωμούσε πετρέλαιο όλος ο τόπος, δούλευαν εξαντλητικά οι μηχανές γεννήτριες, κάτι παλιές, σιδερένιες κατασκευές, όλος ο τόπος βούιζε, όπως τα παρασκήνια των θερινών φεστιβάλ στις πιο άσημες από τις λουτροπόλεις. Πρόβαλαν σκηνές του χωριού στην ίδια, μισογκρεμισμένη εκράν, εικόνες από παλαιότερες, βεβαίως εποχές. Τα σαγματοποιεία, η επίσκεψη της βασίλισσας και η παραχώρηση προίκας στις έφηβες κόρες, ένα παλαίκό σπίτι με κρεμασμένο στον τοίχο του το κλουβί ενός καναρινιού, η μηχανή που ξερνά σκόνη και τα μάτια που ξερνούν το ίδιο υλικό μιας ζωής, σχεδόν αρχαίας. Λαμπιόνια επαρχιακών αναψυκτηρίων, η μόνη παρηγοριά για το φως που είχαν φροντίσει να είναι λιγοστό, το φως είναι πάντα λιγοστό τις νύχτες και άλλωστε ποτέ δεν θα μπορέσει να φτάσει ψηλά, στο επιβλητικό ύψος της εκράν. Ήταν λοιπόν φωταγωγημένες και ωραίες οι φροντίδες του επαρχιακού κινηματογράφου, μια αναβίωση των τρυφερών εποχών της πόλεως.

Προηγήθηκε μια σύντομη αναφορά στον άγνωστο ευεργέτη, έπειτα μνημόνευσαν όλους τους παρερχόμενους προέδρους, ορισμένοι σχολίασαν δηκτικά ετούτες τις αναφορές, όμως διατήρησαν μια κοσμιότητα, γιατί το παρελθόν είναι μια υπόθεση κατευνασμένη. Ακουγόταν η απαλή μουσική και προβάλονταν ζωηρές εικόνες από τις γειτονιές. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, ντυμένη με την παραδοσιακή φορεσιά, ένας νεαρός γόητας με ύφος Μπράντο, πλάι στη μοτοσικλέτα με ένα στεφάνι λουλουδιών στα μαλλιά, το νιόπαντρο ζευγάρι, ένας αγρότης μες στο χώμα, πίσω του σωροί τα σταφύλια και τα τελάρα της συσκευασίας, μια παλαιά εκκλησία στην περιοχή της Κοκκινιάς, η ποδοσφαιρική ομάδα, ο σπουδαίος, νεκρός στρατηγός που διακρίθηκε στην Πίνδο και έκτοτε το όνομά του αποδίδεται σε μικρές και μεγάλες οδούς. Όμως ξαφνικά, η διακριτική αδιαφορά παραχώρησε τη θέση της στην έκπληξη. Στην οθόνη ορισμένοι παραθεριστές, σε στυλ Έντουαρντ Χόπερ και δίπλα τους ο Γκέιμπλ, μπριγιαντίνη στα μαλλιά και μαύρο κοστούμι σε ξαφνικές εντάσεις ο πρωταγωνιστής και η Κάρολ Λάμπαρντ ταραγμένη να παρατηρεί το πάθος του για την χαρτοπαιξία. Καταστροφικά, ανθρώπινα πάθη δίχως τελειωμό και τα νυχτερινά πλάσματα που καταρρίπτονται πίσω από τη μεγάλη οθόνη, δίχως θόρυβο σπαράζουν το ωμό υλικό της μέρας και οι θεατές, σχεδόν όλο ερωτευμένοι, σαν να ενδιαφέρονται προσωπικά για την περίφημη «Ανήσυχη Σάρκα» τους και τα έξαλλα μάτια, στυλωμένα εμπρός. Όμορφα, απαράλλαχτα χρόνια που περάσαν πια για πάντα, πράγματα τρυφερά και αλησμόνητα, όπως η λατινική, έντονη διδασκαλία των φιλιών μας και μες στους σπαραγμένους τόπους βροχές από τη σπασμένη, συννεφένια φλέβα ή  πέτρινα πρόσωπα, δίχως τις θρυλικές τους μάσκες, ανυπεράσπιστα παιδιά της εποχής, κάτω από λαμπιόνια που σπάζουν καθώς καίγονται και οι σημαίες, οι βιαιότητες του έρωτα και της μνήμης. Λοιπόν, οφείλουν ετούτοι οι άνθρωποι να ευχαριστήσουν θερμά το νεκρό και τα κρυμμένα αρνητικά του σπιτιού, μια ράχη νεκρή πια μες στο χώμα, να τον ευχαριστήσουν θερμά για το σώμα και το πρόσωπο που συντρίφτηκαν οριστικά απόψε από μέσα. Οφείλουν θερμές ευχαριστίες, για το ερωτικό βράδυ, τις νεανικές, αγαπημένες αναπαραστάσεις.

Η βραδιά ολοκληρώθηκε με σιωπές, για τους θερμούς, παλιούς έρωτες, για τη λάμψη του κεραμεικού που σφύζει ήδη στο βάθος των ημερών μας και όλων των ημερών. Καθιερώθηκε δε, μια αντίστοιχη γιορτή κάθε χρόνο, καταμεσίς του θέρους. Εις μνήμην παθών γκρεμιστικών. Τρυφερά, υποσχεθήκαμε πως θα βρεθούμε ξανά στο μέσο του πελάγου και θα μιλήσουμε για τις γυναίκες μας και τα ξοδεμένα χρόνια. Κανείς μας δεν το αρνήθηκε, σιωπηρά συμφωνήσαμε καθώς εκτοξεύονταν οι σωστικές φωτοβολίδες και εμείς φιλιόμασταν στα στόματα, δαγκώνοντας τα χείλη και τις καρδιές μας από τη λύπη.

Σχολιάστε